Η παράδοση στη σαμιώτικη μαγειρική ξεκινά απ’ το πανάρχαιο τρίκαρπο σιτάρι-λάδι-κρασί. Βασική τροφή ήταν το σταρένιο ψωμί κι όλα τα συνακόλουθα παρασκευάσματα του αλεσμένου σιταριού (τραχανάς, χυλοί, πίτες, ζυμαρικά).
Το αλεύρι προ του 1900 προερχόταν απ’ τους αλευρόμυλους (νερόμυλοι, ανεμόμυλοι) που ήταν διάσπαρτοι στο νησί κι άλεθαν ντόπια και μικρασιάτικα σιτάρια. Το αλεύρι με τις άπειρες χρήσεις του, μαζί με το αποθηκευμένο λάδι, έδιναν στο κάθε νοικοκυριό αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς.
«Έχου λαδάκ κι αλιυράκ τίπουτα δε φουβάμι».
Το σταφύλι, ο μούστος, το κρασί και το τσίπουρο είναι ένας κύκλος ξεχωριστός στη διατροφική ποικιλία των Σαμιωτών. Η γενναιοδωρία του αμπελιού έχει πλουτίσει με ιδιαίτερες συνταγές παρασκευασμάτων τη σαμιώτικη μαγειρική.
Μπορεί η γνωστή και στη Σάμο παροιμία «του χαρτοπαίκτη, του ψαρά, του κυνηγού το πιάτο, δέκα φopέs είν αδειανό και μια φορά γεμάτο» να ’χει κάποια βάση, όμως το ψάρεμα και το κυνήγι προμήθευαν τροφή για όλο το χρόνο, στα νοικοκυριά που ήξεραν την τέχνη να παστώνουν τα μικροπούλια (κιριαρίνες, κοτσύφια, περδικούλια), καθώς και τα ψάρια, που τα στέγνωναν επίσης στον ήλιο βουτηγμένα σε σκορδόξιδο και μυρωδικά (λιόκαφτα). Με το κυνήγι ασχολούνταν παλιότερα και τα παιδιά χρησιμοποιώντας την πανάρχαια σφεντόνα και τις αυτοσχέδιες παγίδες (θηλιές ή πλάκες), καθώς και ξό- βεργες. Οι ιδιαίτερες συνταγές «άγριομερνών» που υπάρχουν στο βιβλίο αφορούν γνωστά είδη κυνηγίου (πέρδικες, λαγοί, πουλιά), υπάρχουν όμως και κάποιες αποξεχασμένες που δεν τις περιλάβαμε επειδή κανένας Σαμιώτης πια δεν τρώει, π.χ. σκαντζόχοιρο γιαχνί, ενώ σπάνια συναντάει κανείς σμύναιρα (σμέρνα) καπνιστή και μύχους (θαλασσοπούλια) στιφάδο, ή θαλασσοχελώνα σούπα (χελωνόσουπα).
Όσο για τα όσπρια, τα «μαγειρέματα» ή «μαγεριές», τα περισσότερα νοικοκυριά τα καλλιεργούσαν στους κήπους τους. Τα κουκιά τα πάστρευαν και τα τσιμπούσαν στην ώρα τους. Η φάβα, τα ρεβίθια και τα μαυρομάτικα φασόλια φυλάγονταν καθαρισμένα με επιμέλεια σε σακούλια από κάμποτο, για να σιγοβράσουν στο πήλινο τσουκάλι πάνω στη φυγού ή στην πυροστιά του τζακιού, με αναλογία μια χούφτα μαγεριάς, για κάθε μέλος της οικογένειας.
Το λαϊκό σαμιώτικο τραπέζι, λιτό και εύγευστο, είχε την ποιότητα της ιδιαίτερης γεύσης των τροφών, που αποδίδεται στο μικροκλίμα, στη σύσταση του εδάφους, στα συστατικά του νερού, στα αρωματικά φυτά.
Τα βραστερά δεν ήταν τα ίδια μ αυτά που καλλιεργούσαν σε Δρακιώτικους κήπους κι ας προέρχονταν από τον ίδιο σπόρο.
Η αφράτη φάβα των Μύλων, με τα μυρωδάτα δυνατά κρεμμύδια της Βελανιδιάς των Κουμέικων, ήταν έδεσμα ξεχωριστό.
Το κρέας παλιά τρωγόταν μόνο τις Κυριακές και τις σκόλες, που έσφαζαν τα οικόσιτα ζώα (Χριστούγεννα, Πάσχα, Αποκριές). Πολλοί διαιτολόγοι ισχυρίζονται ότι οι σοφές συνταγές των γιαγιάδων εξισορροπούν τις βλαβερές συνέπειες του ζωικού λίπους, της ζάχαρης ή του βαρύ καφέ. Το μπόλικο κρεμμύδι και το σκόρδο, με τα αρωματικά φυτά και τα αποξηραμένα καρυκεύματα των άγριων μυριστικών βοτάνων εκτοπίζουν τα βλαβερά λιπαρά του κρέατος, όπως το μέλι εκτοπίζει τη ζάχαρη και το ταχίνι ή το κριθάρι την καφεΐνη του καφέ. Τα βρασμένα μπουκνάκια (μαύρα σύκα) θεραπεύουν το κρυολογημένο στήθος και τη φαρυγγίτιδα, ενώ το ζουμί από βραστές καρούμπες (χαρούπια) καταπολεμά τη δυσκοιλιότητα.
Η μαγειρική, μια απ’ τις κύριες ασχολίες παλιότερα της κάθε νοικοκυράς, επείγει να ιδωθεί απ’ τα σημερινά νοικοκυριά, με τη σοβαρότητα που απαιτούν η υγεία και η ευφρόσυνη απόλαυση του σπιτικού φαγητού.
Η μαγειρική, σαν πράξη προσφοράς, περιείχε, και περιέχει πάντα, ένα στοιχείο γενναιοδωρίας κι ενδιαφέροντος για τον άλλον. Κι αυτό είναι και το βασικότερο χαρακτηριστικό της μαγειρικής των γυναικών του νομού μας, που μας παραχώρησαν τις συνταγές και τις συμβουλές τους.
Το μυστικό επιτυχίας των συνταγών είναι πρώτα απ’ όλα η αγάπη και το μεράκι για το καλό και υγιεινό φαγητό, η αγάπη για τον δικό μας και για τον ξένο, η αγάπη για την ίδια τη ζωή και τις αξίες της.
Απόσπασμα από Κείμενο της Έλσας Χίου από το βιβλίο «Πατριδογευσία» εκδόσεως εφημερίδας «Χαραυγή«
http://www.isamos.gr/diatrofikes-sinithies-sti-samo-idieterotites-sti-samiotiki-magiriki/
Η συνταγή πέρασε σε μένα από την μητέρα μου που την έμαθε από την γιαγιά μου….
YΛΙΚΑ -ΕΚΤΕΛΕΣΗ
50 ml σαμιώτικη σούμα η τσίπουρο η ούζο
250 ml χλιαρό νερό
1 κουταλιά της σούπας παρθένο ελαιόλαδο
μισό κουταλάκι του γλυκού αλάτι
550 γρ αλεύρι Αλλατίνη για όλες τις χρήσεις
300 γρ τριμμένη φέτα η λευκό τυρί Σάμου
1 κουταλιά της σούπας γεμάτη γιαούρτι 10 % λιπαρά
Σε ένα μπώλ αναμείξτε την σούμα,το νερό,το λάδι και το αλάτι.
Προσθέστε σταδιακά το αλεύρι.
Ζυμώστε να γίνει μια μαλακή ζύμη(κολλάει ελαφρά).
Χωρίστε σε 6 κομμάτια..
Πλάστε σε μπάλες(λαδώστε ελαφρά τα χέρια σας) .
Αφήστε τες στην άκρη μέσα σε ένα λαδωμένο σκεύος .
Αναμείξτε την φέτα και το γιαούρτι και φτιάξτε 6 μπάλες τυριού.
Ανοίξτε τις μπάλες της ζύμης με τον πλάστη σε αλευρωμένη επιφάνεια σε στρογγυλό σχήμα.
Βάλτε στην μέση την μπάλα του τυριού και κλείστε τις μπάλες της ζύμης να κολλήσουν καλά.
Ανοίξτε ξανά τις μπάλες με τον πλάστη ( προσεκτικά ).
Βάλτε ένα αντικολλητικό τηγάνι σε μέτρια φωτιά.
Αλείψτε το με απειροέλαχιστο ηλιέλαιο η λίγη μαργαρίνη.
Ψήστε μια μια τις πίτες και από τις 2 πλευρές..
(Βάλτε τες στο τηγάνι πρώτα από την πάνω πλευρά και όχι από την πλευρά που κάνατε το κλείσιμο)
Σερβίρονται ζέστες η κρύες σαν ορεκτικό η κύριο πιάτο μαζί με ούζο,σούμα η κρασάκι.
Εύκολη και νόστιμη συνταγή για τις κρύες νύχτες του χειμώνα.
ΩΣ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ ..
ΝΑ ΠΕΡΝΑΤΕ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΓΕΙΡΕΥΕΤΕ ΑΚΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ!
(Φωτογραφίες :Ρένα Κώστογλου) (Αρχική συνταγή : Μορφία Κώστογλου)
(Επιμέλεια-Εκτέλεση συνταγής:Ρένα Κώστογλου)